Δε. Απρ 29th, 2024
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ υπενθυμίζει ότι «στην Κυβερνητική τριετία 2020-2022 η αύξηση μεσοσταθμικά στον κατώτατο μισθό (αν δοθούν αυξήσεις 6% τον Μάιο) θα είναι συνολικά περίπου 3% (!!)». «Δεν την λες και γενναία…» συμπληρώνει

Γράφει ο   , 08:22 – 25/02/2022

Απεργία της ΓΣΕΕ για τη λήψη μέτρων κατά της ακρίβειας προαναγγέλλει με συνέντευξή του στο iEidiseis o Γιάννης Παναγόπουλος.

«Ξεκινάμε μια καμπάνια για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων με έμφαση στον ρόλο και τη σημασία του κατώτερου μισθού (προστασία από τη φτώχεια και την ένταση των ανισοτήτων. Καλούμε όλες τις κλαδικές ομοσπονδίες να επανατοποθετήσουν το ζήτημα των αυξήσεων των μισθών στις νέες συνθήκες και βεβαίως θα ακολουθήσουν δράσεις και απεργιακή κινητοποίηση», αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει και η τοποθέτησή του για την «γενναία αύξηση» του κατώτατου μισθού, που προανήγγειλε ο πρωθυπουργός για τον …Μάιο! «Αφού προηγουμένως γίνεται «διαρροή» στα ΜΜΕ για αύξηση περίπου 6%, γεγονός μάλιστα που παραβιάζει –μιας και «προαναγγέλλεται»– τη νομοθετημένη διαδικασία η οποία με μνημονιακή δέσμευση τον προσδιορισμό μέσω της Εθνικής Σύμβασης. Εάν συνυπολογίσετε ότι και η αύξηση για το 2021 ανακοινώθηκε τον Σεπτέμβριο και δόθηκε τον Ιανουάριο του 2022 και η σχεδιαζόμενη θα δοθεί τον Μάιο, αντιλαμβάνεστε ότι στην Κυβερνητική τριετία 2020-2022 η αύξηση μεσοσταθμικά θα είναι συνολικά περίπου 3% (!!). Δεν την λες και γενναία…», τονίζει ο Γιάννης Παναγόπουλος.

-Η ακρίβεια δείχνει να σαρώνει τα λαϊκά εισοδήματα κ. Πρόεδρε. Τι δείχνουν τα στοιχεία σας;

Από τα μέσα του 2021 σημειώνεται μια πληθωριστική εξέλιξη στις τρεις κύριες κατηγορίες δαπανών των ελληνικών νοικοκυριών, στα είδη διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, στη στέγαση που περιλαμβάνει τις δαπάνες για ηλεκτρισμό και θέρμανση της κατοικίας και στις μεταφορές. Η επίδραση της πληθωριστικής αυτής εξέλιξης στην αγοραστική δύναμη των εργαζομένων είναι αξιοσημείωτη και σωρευτική. Τον Ιανουάριο του 2022 η απώλεια, σε ετήσια βάση, της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού ξεπέρασε το 12%. Αν συμπεριλάβουμε στην εξέλιξη αυτή τις επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης τότε παρατηρούμε ότι ευρύτερα κοινωνικά στρώματα βιώνουν μια κατάσταση μακροχρόνιας συρρίκνωσης του βιοτικού τους επιπέδου, ένδειξη ιδιαιτέρως ανησυχητική για την κοινωνική συνοχή.

Πάντως όχι με μια καθυστερημένη και ασήμαντη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%. Η κυβέρνηση έπρεπε ήδη να είχε προχωρήσει σε αύξηση του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ που είναι η πρόταση της ΓΣΕΕ. Εάν το είχε κάνει, θα ήταν συνεπής και με την προεκλογική δέσμευση του Πρωθυπουργού ότι η αύξηση του κατώτερου μισθού θα είναι διπλάσια της αύξησης του ετήσιου ΑΕΠ και ήδη θα είχαμε φθάσει στο επίπεδο που προανέφερα και το οποίο είχα προ 12ετίας με Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ). Μια τέτοια αύξηση θα μπορούσε να αντισταθμίσει τις απώλειες αγοραστικής δύναμης τουλάχιστον των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Θα έπρεπε επίσης να είχαν ήδη ενεργοποιηθεί δημοσιονομικά εργαλεία σταθεροποίησης των τιμών της ενέργειας και βασικών ειδών διατροφής, όπως οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης και ο ΦΠΑ. Εκείνο όμως που είναι εξοργιστικό είναι το γεγονός ότι κάθε φορά που η συζήτηση αφορά την αύξηση των μισθών των εργαζομένων αρχίζει μια εμμονική θα έλεγα οικονομική καταστροφολογία. Τον Ιούνιο του 2021 όταν η Κυβέρνηση αποφάσισε να μην αυξήσει των κατώτατο μισθό μέσα στο 2021, η καταστροφολογία αφορούσε την διατάραξη της οικονομικής σταθερότητας. Οι κοινωνικές συνέπειες αυτής της επιλογής τους τελευταίους μήνες ήταν σημαντικές επιτρέποντας στην ακρίβεια να φτωχοποιήσει κοινωνικές ομάδες. Σήμερα η καταστροφολογία αφορά την ενεργοποίηση του σπιράλ μισθών-τιμών που θα τροφοδοτήσει περαιτέρω τον πληθωρισμό. Όμως αυτό που αποκρύπτεται είναι ότι το σπιράλ αυτό έχει ήδη ενεργοποιηθεί όχι με ευθύνη των εργαζομένων και των διεκδικήσεών τους για αυξήσεις μισθών, αλλά των επιχειρήσεων με τις αυξήσεις των τιμών που έχουν κάνει. Οι εργαζόμενοι αυτό που ζητάνε είναι η προστασία του βιοτικού τους επιπέδου.

-Ο πρωθυπουργός, ωστόσο, επιμένει πως η «γενναία» αύξηση που εξήγγειλε θα γίνει την Πρωτομαγιά….

-Εσείς πώς θα αντιδράσετε; Να περιμένουμε κινητοποιήσεις, ίσως και απεργία;

-Την πορεία της οικονομίας πώς την κρίνετε;

Την τελευταία δεκαετία η κρίση χρέους, η κληρονομιά της λιτότητας, η πανδημική κρίση και πλέον η ακρίβεια έχουν υποβαθμίσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων στην Ελλάδα. Η αγορά εργασίας αντιμετωπίζει μια άνευ προηγουμένου κρίση σε ώρες απασχόλησης, εισοδήματα και επίπεδα επισφάλειας και αβεβαιότητας. Η κρίση είχε ιδιαίτερα καταστροφικές επιπτώσεις σε πολλές ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας είναι πλέον δομικό αναπτυξιακό και κοινωνικό πρόβλημα. Δεδομένου του διαβρωτικού αντίκτυπου που έχει η υποβάθμιση της εργασίας και του βιοτικού επιπέδου, οι μισθολογικές ανισότητες και η συρρίκνωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στον κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και δημοκρατικό ιστό της χώρας μας, οι παρεμβάσεις ενίσχυσης της συνοχής της αγοράς εργασίας και της αξιοπρεπούς εργασίας και ευημερίας πρέπει να έχουν εξίσου δομικό χαρακτήρα. Παράλληλα η ακρίβεια ροκανίζει την αγοραστική δύναμη και θα έχει αρνητική επίδραση στην κατανάλωση. Οι πόροι του ταμείου ανάκαμψης μπορεί να δημιουργούν προϋποθέσεις μιας ποσοτικής επέκτασης του ΑΕΠ, αλλά η έλλειψη ενός αναπτυξιακού σχεδίου δημιουργεί προβληματισμό για τα ποιοτικά αποτελέσματα αυτών των πόρων στο αναπτυξιακό υπόδειγμα της χώρας. Αν σε αυτά προσθέσω και την αύξηση που σημειώνεται στο κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου και τις ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις, τότε θα έλεγα ότι η αβεβαιότητα είναι πλέον δομικό στοιχείο της πορείας της οικονομίας.

– Η κυβέρνηση, πάντως, δείχνει να βάζει τέλος σε παροχές και να επιστρέφει σε μια «σταθεροποιητική» πολιτική….

Το πώς θα εξελιχθούν τα δημόσια οικονομικά θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και την εξέλιξη του κόστους δανεισμού. Μια επιστροφή σε πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα μέσω της λιτότητας και της περικοπής εισοδημάτων και υπηρεσιών που στηρίζουν την κοινωνία θα είναι καταστροφική. Μετά την κρίση χρέους η δημοσιονομική φερεγγυότητα είναι ένας παράγοντας που πρέπει να λάβουμε υπόψη, αλλά η επίτευξή της πρέπει να γίνει μέσω αναπτυξιακών παρεμβάσεων και την αύξηση της απασχόλησης.